Η κινηματογραφική ταινία της δεκαετίας του ’80 “Κοίτα ποιος μιλάει (“Look who talks”), συνάδει απόλυτα με την οικονομική κατάσταση της Γερμανίας, η οποία όχι απλώς είναι πολύ λιγότερο ανθηρή απ’ ότι περιγραφόταν, αλλά σύμφωνα μετά στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν πριν λίγες ώρες, ενώ πέρσι για μία ακόμα φορά η ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας έφτασε το 3%, εν τούτοις το ποσοστό του χρέους επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) έφτασε το 83% (!), τη στιγμή που η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει ως ανώτατο όριο το 60% και στο τέλος του 2012 θα έχει αυξηθεί κατά 8% περίπου! Σύμφωνα με αυτό, το δημόσιο χρέος της Γερμανίας υπερβαίνει τα 2 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Το ακριβές νούμερο ήταν 2.025.400.000.000, σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει το γερμανικό Ομοσπονδιακό Γραφείο Στατιστικής «Destatis».
Το χρέος αντιστοιχεί σε ποσό 24.771 ευρώ για κάθε Γερμανό πολίτη.
Το χρέος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος του συνολικού χρέους και ανέρχεται στα 1,28 τρισεκατομμύρια ευρώ. Το υπόλοιπο βαραίνει τις κυβερνήσεις των ομόσπονδων κρατιδίων που προσθέτουν 2,5% στο χρέος και άλλο ένα 4,9% από την τοπική αυτοδιοίκηση.
Για το 2012 οι προβλέψεις μιλούν ότι το χρέος θα ξεπεράσει τα 2,2 τρισεκατομμύρια ευρώ, βάσει μελέτης του Ινστιτούτου Παγκόσμιων Οικονομικών του Κιέλου. Βέβαια σε σχέση με το χάλι της λοιπής ευρωζώνης η Γερμανία θα μπορούσαμε να πούμε ότι “στέκεται καλύτερα”.
Είναι όμως έτσι: Με τις εξαγωγές να πέφτουν λόγω μείωσης κατανάλωσης στην ευρωζώνη, αλλά και στην Κίνα, ένα κράτος που εξαρτάται σχεδόν αποκελιστικά στις εξαγωγές του (στερείται φυσικών πόρων σχεδόν ολοκληρωτικά πλην του άνθρακα) τα πράγματα απέχουν από το να είναι ελπιδοφόρα.
Που οφείλόταν η γερμανική αντοχή μέχρι σήμερα; Αφενός μεν στη διατήρηση χαμηλών μισθών (μισθολογικό dumping), αφετέρου στη μαζική προώθηση των εξαγωγών, με τη βοήθεια των τραπεζών της. Όπως φαίνεται δε από μία παρουσίαση του ΟΟΣΑ, οι μισθοί στη Γερμανία διατηρήθηκαν σχεδόν σταθεροί τα τελευταία δέκα χρόνια, ενώ αυτοί αρκετών άλλων χωρών αυξήθηκαν μεταξύ 20% (Γαλλία) και 30% (Ελλάδα).
Με απλά λόγα οι εργαζόμενοι στην Γερμανία δεν εισέπραξαν τίποτα από τις επιτυχίες και τα πλεονάσματα των τελευταίων ετών, τα οποία οδηγήθηκαν αποκλειστικά και μόνο στις πολυεθνικές επιχειρήσεις και στις τράπεζες.
Για πόσο τα ζώα” θα συνεχίσουν να τραβάνε το κάρι, χωρίς να τρώνε αρκετά; Απλούστερα το δήθεν γερμανικό θαύμα, δεν στηρίζεται σε μία έξυπνη αύξηση της παραγωγικότητας, όπως στις ΗΠΑ ή στην Ιαπωνία, αλλά σε ένα κοινωνικά άδικο μισθολογικό dumping, ΟΙ αγορές ομολόγων φαίνεται πλέον να κατανοούν τα παραπάνω – ιδιαίτερα εκείνες, οι οποίες συνήθως προηγούνται των υπολοίπων, όπως για παράδειγμα οι αγορές των CDS.
Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται από το ότι, το ύψος των ασφαλίστρων κινδύνου της Γερμανίας (CDS) έχει σχεδόν δεκαπλασιαστεί, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα και παρά τις χαμηλές αποδόσεις των ομολόγων – τα επιτόκια των οποίων θα έπρεπε να είναι διπλάσια των σημερινών. Πιθανόν το χαμηλό ύψος των επιτοκίων δανεισμού της χώρας από την διεθνή αγορά οφείλεται στην πιθανότητα επιστροφής της Γερμανίας στο μάρκο οπότε η αξία των ομολόγων θα αυξανόταν τουλάχιστον κατά 30%, σαν αποτέλεσμα μίας ανάλογης ανατίμησης του μάρκου.
Μία επόμενη πηγή ανησυχίας είναι οι μεγάλες τράπεζες της Γερμανίας, οι οποίες ευρίσκονται αντιμέτωπες με σημαντικά προβλήματα χρηματοδότησης – ειδικά η Deutsche Bank, η οποία έχει τεράστια κενά ρευστότητας, μέγεθος ίσο με το 80% του ΑΕΠ της Γερμανίας και μόχλευση 50% μεγαλύτερη από αυτήν της Lehman Brothers, τη στιγμή της χρεοκοπίας της. Το μεγαλύτερο δε πρόβλημα των γερμανικών τραπεζών δεν είναι τα ομόλογα δημοσίου των χωρών του Νότου, τα οποία κατάφεραν να «ξεφορτώσουν» στο παρελθόν με τη βοήθεια της καγκελαρίου, αλλά τα δάνεια τους στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις αυτών των χωρών, με στόχο την αύξηση των γερμανικών εξαγωγών – ειδικά στην Ιταλία και στην Ισπανία.
Εάν τώρα επιβραδυνθούν οι εξαγωγές, πολλές γερμανικές επιχειρήσεις θα χρεοκοπήσουν – οπότε θα επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο η θέση των γερμανικών τραπεζών. Ουσιαστικά λοιπόν πλησιάζει η ώρα για την τιμωρία της Γερμανίας για τη λανθασμένη πολιτική που ακολούθησε, μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Εκείνη την εποχή η κυβέρνηση αποφάσισε να διασώσει τις τράπεζες της με την παροχή εγγυήσεων ύψους 480 δις € – για τα οποία είναι δυστυχώς υπεύθυνοι οι γερμανοί πολίτες. Οι εγγυήσεις αυτές, αργά ή γρήγορα, θα πρέπει να πληρωθούν – κάτι που θα έχει ανυπολόγιστες συνέπειες για το κράτος, πόσο μάλλον σε συνδυασμό με την έκθεση της κεντρικής τράπεζας στην ΕΚΤ (πάνω από 700 δις €), την παροχή εγγυήσεων σε άλλες χώρες κοκ.
Όπως βλέπουμε η οικονομική κατάσταση της Γερμανίας είναι κατά πολύ χειρότερη, από αυτήν που παρουσιάζεται στους πολίτες της και στις αγορές. Εάν δε πράγματι «κλιμακωθεί» η αποχώρηση των διεθνών κεφαλαίων από την ΕΕ, η Γερμανία θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα τεράστιο πρόβλημα, όσον αφορά τη χρηματοδότηση των πολλών χρεοκοπημένων ομοσπονδιακών κρατιδίων αφού το γερμανικό δημόσιο πρέπει να δανεισθεί περί τα 260 δις € από τις διεθνείς αγορές για το 2012.
defencenet