Κοινά είναι τα ερωτήματα, τίθενται από τον καθένα, που νοιώθει βαθύτατα προσβεβλημένος από το διάρκές ποδοπάτημα της χώρας και των πολιτών της. Αλλά ας βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά.
Η τρόικα συγκροτείται από στελέχη που εκπροσωπούν συγκεκριμένους διεθνείς οργανισμούς. Και συγκεκριμένα εμπειρογνώμονες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Αυτοί είναι οι εντολείς τους. Απρόσωποι κατά βάση πολυεθνικοί οργανισμοί, επί των οποίων όμως ασκούνται πάμπολλες δυνάμεις, εθνικές και πολυεθνικές. Πίσω απ’ αυτούς υπάρχουν κυβερνήσεις, ηγεσίες και πρόσωπα, το καθένα από τα οποία δέχεται επίσης πάμπολλες επιρροές.
Για παράδειγμα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την εμφανώς ασθενή ηγεσία, τη μεγαλύτερη επιρροή ασκεί η γερμανική κυβέρνηση και στα ειδικότερα θέματα της οικονομικής πολιτικής το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών.
Στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα η κατανομή των δυνάμεων μπορεί να είναι ανάλογη, αλλά εξισορροπείται από την προσωπικότητα του Μάριο Ντράγκι. Και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο η στάση της κυρίας Λαγκάρντ επηρεάζεται ευθέως από την αμερικανική υπεροχή, αλλά είναι δεδομένο ότι λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψιν τις απόψεις και τις επιθυμίες τρίτων χωρών, όπως της Βραζιλίας, της Κίνας, της Ρωσίας ή της Ινδίας.
Άρα εντολείς – αφεντικά στην καθομιλουμένη – του Τόμσεν, του Μαζούχ, του Τράα, του Μορς και των υπολοίπων είναι ο Μπαρόζο, ο Ρομπέι, ο Ντράγκι, η Λαγκάρντ και δια αυτών η Μέρκελ, ο Σόιμπλε, ο Ολάντ, ο Ομπάμα, ο Πούτιν και όσοι τους συνοδεύουν.
Ήτοι, διεθνείς Τράπεζες, επενδυτικά σχήματα, ισχυρές ομάδες συμφερόντων, κεφαλαιούχοι, δανειστές και ένας Θεός ξέρει ποιοι ακόμη. Από την ισχύ λοιπόν των εντολέων πηγάζει σε μεγάλο βαθμό και η εκπεμπόμενη από τους εμπειρογνώμονες της τρόικας εξουσία.
Επειδή ωστόσο είναι τόσοι πολλοί οι εντολείς και οι σχέσεις δεν είναι καθαρές, αφού οι γραμμές και οι επιρροές μεταφέρονται δια της τεθλασμένης, καθώς μεσολαβούν πολλοί ενδιάμεσοι παράγοντες, σημαντικό ρόλο παίζει η προσωπικότητα του καθενός εκ των εμπειρογνωμόνων, οι προσλαμβάνουσες που έχουν, οι ειδικότερες σχέσεις που μπορεί να έχουν αναπτύξει και βεβαίως οι επιρροές που δέχονται από ιδρύματα και ομάδες συμφερόντων.
Επιπλέον η συνάφεια εδώ, οι επιλεκτικές σχέσεις που πιθανώς έχουν αναπτύξει με τους πολλούς δικούς μας πρόθυμους, αλλά και o πρότερος κύκλος επαφών με διεθνή δίκτυα, πιθανότατα ορίζουν στάσεις και συμπεριφορές στο πλαίσιο της ελευθερίας που επιτρέπει ο ευρύς κύκλος και η θολότης των εντολέων.
Από εκεί και πέρα βρήκαν το περιβάλλον πρόσφορο για να αναπτύξουν πρωτοβουλίες και ”δεξιότητες”.
Το ζήτημα για μας είναι ότι από την αρχή δεν διαμορφώθηκε μια εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης, με γνώση και κατανόηση του προβλήματος, που θα επέτρεπε την υπεράσπιση των συμφερόντων της χώρας και θα απέτρεπε τις πολλές προσβολές.
Ακόμη και τώρα ωστόσο υπάρχουν κάποιες δυνατότητες συγκρότησης ενός ενιαίου κυβερνητικού σχήματος Ελλήνων διαπραγματευτών που θα ξέρει τι λέει και τι κάνει. Είναι ζήτημα πολιτικής απόφασης.
Του Αντώνη Καρακούση από tovima