Στο στόχαστρο ακίνητα «κόκκινων» δανείων

«Χλιαρό» αναμένεται να είναι, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, το αγοραστικό ενδιαφέρον των θεσμικών επενδυτών για την απόκτηση χαρτοφυλακίων μη εξυπηρετούμενων δανείων, που να έχουν ως ενέχυρο ακίνητα.

 

Σύμφωνα με αναφορές στελεχών του κλάδου, ενδεχομένως να πραγματοποιηθούν κάποιες επιλεκτικές κινήσεις, ωστόσο, αυτό θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες, όπως η πολιτική που θα ακολουθήσουν και οι ίδιες οι τράπεζες, αναφορικά με το «πακετάρισμα» των δανείων.

 

Hedge funds
 

Σύμφωνα με στοιχεία της Savills Hellas, κατά τη διάρκεια του 2015 παρουσιάστηκε ενδιαφέρον από hedge funds για την απόκτηση πακέτων ακινήτων που έχουν προκύψει από ενυπόθηκα δάνεια των ελληνικών τραπεζών, χωρίς όμως να έχουν γίνει ιδιαίτερες κινήσεις μέχρι σήμερα. Ανάλογο ενδιαφέρον καταγράφεται και για ξενοδοχειακά ακίνητα, επίσης, χωρίς σημαντικές εξελίξεις μέχρι στιγμής.

 

Ωστόσο, εξαίρεση αποτέλεσε το επενδυτικό fund Sankaty, το οποίο πρόσφατα επένδυσε περίπου 200 εκατ. ευρώ για την απόκτηση χαρτοφυλακίου ακινήτων από την Credit Agricole Leasing. Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Savills Hellas, κ. Δημήτρη Μανουσάκη, «ο υπολογισμός της αρχικής απόδοσης είναι δυσχερής, καθώς πολλά ακίνητα του χαρτοφυλακίου είναι είτε κενά, είτε έχουν μισθωτές που αδυνατούν να καταβάλουν το ενοίκιό τους».
 

Αναφερόμενος στη συγκεκριμένη κατηγορία επενδύσεων, ο κ. Γιώργος Χρυσικός, διευθύνων σύμβουλος της Grivalia Properties ΑΕΕΑΠ, σπεύδει να επισημάνει ότι είναι λίγα τα ποιοτικά ακίνητα που βρίσκονται ενεχυριασμένα σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια, καθώς συνήθως τέτοια ακίνητα δεν συνδέονται με δάνεια. Τα λεγόμενα «καλά» ακίνητα συνήθως έχουν ήδη κατασχεθεί από τις τράπεζες, κάτι που διαπιστώνεται και στην περίπτωση των ξενοδοχειακών ακινήτων. Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Χρυσικός εκτιμά ότι υπάρχει επενδυτικό αντικείμενο και για τις ΑΕΕΑΠ (Ανώνυμες Εταιρείες Επενδύσεων σε Ακίνητη Περιουσία), που θα θελήσουν να αποκτήσουν κάποια ποιοτικά ακίνητα μέσω αυτής της οδού. «Θα μας ενδιέφεραν τέτοια ακίνητα, αν η εκάστοτε τράπεζα ήθελε να τα διαθέσει, επομένως εκτιμώ ότι επιλεκτικά πιθανώς να δούμε κάποιες τέτοιες κινήσεις στην αγορά από θεσμικούς επενδυτές». Από την άλλη πλευρά, οι ΑΕΕΑΠ δεν μπορούν να στοχεύσουν άμεσα σε χαρτοφυλάκια δανείων. «Εμείς μπορούμε να συζητήσουμε με τους επενδυτές εκείνους που θα αποκτήσουν τα χαρτοφυλάκια και ενδιαφέρονται να πωλήσουν τα συνδεδεμένα ακίνητα» διευκρινίζει ο κ. Χρυσικός.
 

Αξίζει να σημειωθεί ότι σε σχετική έκθεσή της, η ελληνική θυγατρική της εταιρείας παροχής υπηρεσιών ακινήτων Colliers International επισήμανε ότι οι ξένοι επενδυτές έχουν επιστρέψει, έστω και συγκρατημένα, στην ελληνική αγορά ακινήτων, στοχεύοντας στα κτίρια γραφείων σε προνομιακές τοποθεσίες. Επίσης, για το 2016 αναμένεται ότι η ζήτηση θα εκδηλωθεί τόσο για μεμονωμένα ακίνητα όσο και για χαρτοφυλάκια ακινήτων, αλλά και για ακίνητα με προοπτικές ανακαίνισης/αναβάθμισης. Πέραν των γραφείων, πολλά ξένα funds θα κινηθούν και για τις εγκαταστάσεις αναψυχής και τα τουριστικά θέρετρα, προτιμώντας ξενοδοχεία που βρίσκονται σε λειτουργία. Ενδιαφέρον υπάρχει και για εμπορικά καταστήματα, κυρίως με τη μορφή επενδυτικού προϊόντος με εγγυημένη μίσθωση, κατά προτίμηση σε διεθνείς αλυσίδες.
 

Επαγγελματικά ακίνητα
 

Σε κάθε περίπτωση, το όποιο επενδυτικό ενδιαφέρον εκδηλωθεί φέτος στην αγορά επαγγελματικών ακινήτων, τόσο από εγχώριους θεσμικούς επενδυτές όσο και από το εξωτερικό, θα κριθεί, σε μεγάλο βαθμό, το αμέσως προσεχές διάστημα. Ειδικότερα, εφόσον ολοκληρωθεί με θετικό τρόπο η αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος, θα υπάρξουν πολλά θετικά μηνύματα για την οικονομία, κάτι που επιβεβαιώνει και ο κ. Χρυσικός, επικαλούμενος και την πληροφόρηση που διαθέτει από τους ξένους επενδυτές με τους οποίους βρίσκεται σε επαφή. «Η θετική αξιολόγηση θα σημάνει καταρχάς την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους, πιθανώς μέσω χαμηλότερων επιτοκίων, γεγονός πολύ σημαντικό, καθώς μειώνει το επενδυτικό ρίσκο της χώρας. Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει και άμεση αντανάκλαση στα ελληνικά ομόλογα, που θα σημάνει και την αποδοχή τους από την ΕΚΤ, ως ενέχυρα για την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες. Αυτό θα μειώσει το κόστος χρήματος για το σύνολο του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και θα μας φέρει ένα βήμα πιο κοντά στην άρση των κεφαλαιακών ελέγχων, που αυτή τη στιγμή είναι ένας σημαντικός παράγοντας ανάσχεσης των άμεσων ξένων επενδύσεων, δεδομένου ότι δεν υπάρχει τρόπος εξόδου των κεφαλαίων από τη χώρα», καταλήγει ο κ. Χρυσικός.

 

ΝΙΚΟΣ ΡΟΥΣΑΝΟΓΛΟΥ, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ