Μάλλον δεν ξέρετε καν ποιον πρέπει να σώσετε

Έρευνες, εκθέσεις, φωτογραφίες κι άλλα πολλά ντοκουμέντα, που αποτυπώνουν  τη δύσκολη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία μέσα σε 3 μόλις χρόνια, βλέπουν καθημερινά το φως τη δημοσιότητας.

 

Μάλλον δεν είναι αρκετά για να πείσουν τους κυβερνώντες ότι δεν μπορούν άλλο να τραβήξουν το σχοινί. Όχι γιατί θα σπάσει αλλά γιατί θα μας πνίξει! Δεν τους νοιάζει, δεν μπορούν να καταλάβουν, δε θέλουν να καταλάβουν, λίγη σημασία κάνει.

 

Το ζήτημα είναι ότι ο Έλληνας που λοιδορείται από όλες τις κατευθύνσεις ανεβαίνει το δικό του Γολγοθά και σταμάτησε πια να περιμένει την Ανάσταση.

Ζήσε ένα μήνα όπως οι Έλληνες και θα δεις.

 

Ο έλληνας πολίτης αντιμετωπίζεται ως πολίτης δεύτερης κατηγορίας όταν ως ιδιοκτήτης μικρομεσαίας επιχείρησης απευθύνεται στην τράπεζα για δανειοδότηση και βρίσκει την πόρτα κλειστή ενώ την ίδια ώρα οι ίδιοι τραπεζίτες χρηματοδοτούν ανενδοίαστα “υψηλά ιστάμενους φίλους”, όπως συνέβη στην περίπτωση ενός μέσης τάξης ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό που, όταν χρεοκόπησε, έφτασε να χρωστάει περισσότερα από μισό δισ. ευρώ. Το ίδιο ισχύει για την επικρατούσα κουλτούρα της φοροδιαφυγής.


Ο έλληνας θα πρέπει να έρχεται καθημερινά αντιμέτωπος με το τέρας της γραφειοκρατίας το οποίο κατατρώει κάθε προσπάθεια του για εκδήλωση πνεύματος επιχειρηματικότητας ή καινοτομίας.

 

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της εκμετάλλευσης που υφίσταται ο Έλληνας, ο οποίος σαν παχιά αγελάδα τον αρμέγουν καθημερινά τράπεζες, δημόσιο και εφορία είναι η πολύτεκνη οικογένεια.

 

Η πολύτεκνη οικογένεια, η οποία περιλαμβάνει τα περισσότερα μέλη, κάνει την περισσότερη κατανάλωση και προσφέρει περισσότερο στην κοινωνία φορολογείται πιο άδικα και βαριά από την οποιαδήποτε άλλη κοινωνική ομάδα. Ακόμη και από τις κοινωνικές ομάδες με τα περισσότερα έσοδα όπως οι εφοπλιστές ή οι μεγάλοι επιχειρηματίες. Η πολύτεκνη μάνα έχει απολέσει την πολυτεκνική της σύνταξη ενώ περιμένει επί μήνες να της χορηγηθεί το ήδη τσεκουρωμένο πολυτεκνικό επίδομα.

 

Όπως σκωπτικά αναφέρει σε σχόλιο του Έλληνας αναγνώστης της βρετανικής εφημερίδας Guardian, ας πούμε, λόγου χάρη, είσαι ανάπηρος. Σε πολλές περιπτώσεις, είσαι αναγκασμένος να παρουσιάζεσαι ο ίδιος κάθε δύο χρόνια σε μία δημόσια υπηρεσία, με το ανάλογο “χαρτομάνι” φυσικά, μόνο και μόνο για να πείσεις το κράτος πως εξακολουθείς να είσαι ανάπηρος. Και παρόλο που αυτό δεν είναι πλέον ο κανόνας, ωστόσο εξακολουθεί να εφαρμόζεται σε πολλές περιπτώσεις.

Οι άνθρωποι πληρώνουν εξαιρετικά υψηλές εισφορές στα δημόσια ασφαλιστικά ταμεία, δίχως ωστόσο να απολαμβάνουν ανάλογης ποιότητας υπηρεσίες. Επιπλέον, ακόμη και το 2013, οι εισφορές είναι οι ίδιες με εκείνες του 2008, αν όχι μεγαλύτερες. Παρ’ όλα αυτά, οι συντάξεις του δημοσίου έχουν ήδη μειωθεί κατά 30% με τάση να μειωθούν κι άλλο.

 

Την ίδια στιγμή, με βασικό μηνιαίο μισθό τα 510 ευρώ (κατά προσέγγιση), είναι αδύνατον να καλύψει κανείς αυτές τις ανάγκες. Σε άλλες εποχές, ο μισθός θα μπορούσε να φτάσει τα 700 με 1000 ευρώ το μήνα, πράγμα που πλέον θεωρείται πολυτέλεια. Βέβαια, ένας άνθρωπος κοντά στα 50, αν και εφόσον εξακολουθεί να εργάζεται (πράγμα απίθανο), μπορεί και να αμείβεται με 1200 – 1500 ευρώ, τη στιγμή που προ κρίσεως αμείβονται με τα διπλάσια. Όμως, με το μηνιαίο κόστος ζωής όμως να αυξάνεται (δάνεια, παιδιά), τα 1200 ευρώ το μήνα σε θέτουν στο ίδιο επίπεδο με εκείνον που λαμβάνει τον κατώτατο βασικό μισθό.

Τα οφέλη; Κανένα πλέον. Επιδόματα; κανένα. Φοροαπαλλαγές; Καμία, εφόσον κάθε ετήσιο εισόδημα άνω των 5000 ευρώ φορολογείται.

 

Μετά από όλα αυτά στον οικογενειακό προϋπολογισμό μένει μόνο για φαγητό και στέγη, για όσες δηλαδή οικογένειες, έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν την τροφή και το σπίτι τους. Γιατί αυξάνονται καθημερινά και με γεωμετρική πρόοδο, οι οικογένειες που στερούνται ακόμη και του καθημερινού γεύματος ή της θαλπωρής του σπιτιού τους.

 

Εν μέσω της οικονομικής κρίσης και του πρώτου ουσιαστικά έτους μεγάλων περικοπών στα εισοδήματα των πολιτών, οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί συρρικνώθηκαν δραματικά και κατά μέσο όρο τα νοικοκυριά διέθεσαν 1.824 ευρώ το μήνα, αντί 2.020 ευρώ το 2010.

 

Το μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών αφορά στα είδη διατροφής (19,5%), και ακολουθούν οι μεταφορές (13,2%) και η στέγαση (12,6%), ενώ οι υπηρεσίες της εκπαίδευσης αποτελούν το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,5%)

 

Αυτές τις οικογένειες δεν αξίζει κανείς να τις σώσει; Αξίζει να τις αφήσει να χαθούν με τις δήθεν δικαιολογίες ότι  οι  Έλληνες ζούσαν τόσα χρόνια με δανεικά ή ότι απλά  τόσα χρόνια δεν παρήγαγε τίποτα και ζούσε σαν τζίτζικας, ενώ οι Ευρωπαίοι λειτουργούσαν σαν μυρμήγκια.

 

Danioliptes.gr